Ως αναιμία ορίζουμε τη μειωμένη κάτω των φυσιολογικών επιπέδων πυκνότητα της αιμοσφαιρίνης του αίματος. Όπως γνωρίζουμε, η αιμοσφαιρίνη περιέχεται στα ερυθρά αιμοσφαίρια και είναι υπεύθυνη για τη μεταφορά του οξυγόνου στους διάφορους ιστούς του σώματος.
Τα αίτια που οδηγούν σε αναιμία ποικίλλουν και γι’ αυτό η ταξινόμησή τους γίνεται συνήθως ανάλογα με το μηχανισμό που τις προκαλεί. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται η μειωμένη παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων, η αύξηση του ρυθμού καταστροφής τους ή η απώλεια αίματος (π.χ. σε χειρουργείο, τραυματισμούς, έλκη).
Αναιμίες που οφείλονται σε μειωμένη παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων
Στην κατηγορία αυτή συμπεριλαμβάνονται η απλαστική αναιμία, που οφείλεται σε μειωμένη παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων από τον μυελό των οστών και αποτελεί σπάνια διαταραχή.
Οι μεγαλοβλαστικές αναιμίες οφείλονται σε ανεπάρκεια φυλλικού οξέος και/ή της βιταμίνης Β12 και χαρακτηρίζονται από την παρουσία μεγάλων ερυθροβλαστών. Έλλειψη βιταμίνης Β12 παρατηρείται συνήθως σε αποκλειστικά χορτοφάγους και σε άτομα με παθήσεις του ειλεού, ενώ έλλειψη φυλλικού οξέος εμφανίζεται σε άτομα που δεν καταναλώνουν φρούτα και λαχανικά, σε αλκοολικούς και σε πάσχοντες από παθήσεις του λεπτού εντέρου.
Η σιδηροπενική αναιμία οφείλεται στα μειωμένα επίπεδα σιδήρου, που δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες σύνθεσης της αιμοσφαιρίνης. Είναι η πιο συχνή μορφή αναιμίας γι’αυτό και είναι αυτή που θα αναλύσουμε περισσότερο.
Τέλος, στην κατηγορία αυτή κατατάσσουμε και τις αναιμίες που συνοδεύουν χρόνιες παθήσεις όπως τη χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, τις ηπατοπάθειες και τα κακοήθη νεοπλάσματα.
Αναιμίες που οφείλονται σε αυξημένη καταστροφή των ερυθρών αιμοσφαιρίων
Εδώ συγκαταλέγονται οι αναιμίες που τις περισσότερες φορές οφείλονται σε κληρονομικά αίτια και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την κληρονομική σφαιροκυττάρωση και τις αιμοσφαιρινοπάθειες (α- και β-μεσογειακή αναιμία, δρεπανοκυτταρική αναιμία). Επειδή τα συμπτώματα αυτού του είδους αναιμίας είναι συνήθως σοβαρά, απαιτούνται πολλές φορές μεταγγίσεις αίματος στους ασθενείς.
Η σιδηροπενική αναιμία
Όπως αναφέραμε και παραπάνω η σιδηροπενική αναιμία είναι η πιο συχνή αναιμία παγκοσμίως. Επηρεάζει συχνότερα τις γυναίκες (10-30%) και σπανιότερα τους άνδρες (2%). Στα παιδιά, η σιδηροπενική αναιμία εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα στην ηλικία των δύο ετών, που η ανάπτυξή τους γίνεται με ταχύτερους ρυθμούς. Η σιδηροπενική αναιμία επηρεάζει συχνά τους εφήβους, που εμφανίζουν σε αυτήν την ηλικία απότομη ανάπτυξη, ιδίως στις κοπέλες, λόγω της έναρξης της έμμηνου ρύσης.
Αίτια
Πού οφείλεται όμως η έλλειψη σιδήρου; Ένας βασικός λόγος είναι η ανεπαρκής πρόσληψη σιδήρου από τη διατροφή μας, όταν από αυτήν απουσιάζουν τροφές όπως το κρέας, τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά και άλλα τρόφιμα που είναι πλούσια σε σίδηρο. Ακόμη, στα μικρά παιδιά, όταν ο αποκλειστικός θηλασμός παρατείνεται για διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών, το μητρικό γάλα δεν επαρκεί έτσι για να καλυφθούν οι ανάγκες τους για ανάπτυξη. Επίσης, η ελαττωμένη απορρόφηση σιδήρου λόγω παθολογικών καταστάσεων (π.χ. γαστρεκτομή, σύνδρομα δυσαπορρόφησης) οδηγεί συχνά σε αναιμία. Ακόμη, οι αυξημένες ανάγκες σε σίδηρο κατά τη διάρκεια της έμμηνου ρύσης, της εγκυμοσύνης και της γαλουχίας δεν μπορούν να καλυφθούν από τη συνήθη πρόσληψη σιδήρου από τη διατροφή. Τέλος, οι αυξημένες απώλειες αίματος, π.χ. από το πεπτικό σύστημα, μπορεί να είναι και αυτές ένα αίτιο της σιδηροπενικής αναιμίας.
Συμπτώματα και διάγνωση
Πώς όμως θα καταλάβετε ότι έχετε σιδηροπενική αναιμία; Αν νιώθετε κούραση, υπνηλία, εξάντληση, αρρυθμίες, ζαλάδες και είστε χλωμοί, τότε καλό θα ήταν να συμβουλείτε τον ιατρό σας προκειμένου να κάνετε τις απαραίτητες αιματολογικές εξετάσεις για τη διάγνωση της σιδηροπενικής αναιμίας. Ακόμη, αν το παιδί σας παρουσιάζει έλλειψη συγκέντρωσης, μειωμένη ικανότητα μάθησης και ενεργητικότητα, πιθανόν τα επίπεδα σιδήρου του να μην επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες του και θα πρέπει να διερευνήσετε το θέμα.
Η διάγνωση της σιδηροπενικής αναιμίας συνήθως γίνεται με μία γενική εξέταση αίματος, καθώς επίσης και με τη μέτρηση των επιπέδων των αποθηκών του σιδήρου στο σώμα (φερριτίνη) και των επιπέδων του σιδήρου στο αίμα.
Αντιμετώπιση
Η ελαφριάς μορφής σιδηροπενική αναιμία μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη βοήθεια της σωστής διατροφής. Ωστόσο, όταν τα επίπεδα σιδήρου είναι αρκετά μειωμένα, ο γιατρός σας μπορεί να σας συστήσει ένα συμπλήρωμα σιδήρου που σε συνδυασμό με την κατάλληλη διατροφή θα σας βοηθήσει να επανέλθετε στα φυσιολογικά επίπεδα.
Κατάλληλη διατροφή
Αυξήστε την κατανάλωση κρέατος και θαλασσινών, που είναι πλούσιες πηγές του αιμικού σιδήρου, δηλαδή της μορφής του σιδήρου που είναι καλύτερα απορροφήσιμος από τον οργανισμό. Τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά, τα όσπρια και τα εμπλουτισμένα δημητριακά είναι επίσης πολύ καλές πηγές σιδήρου – ωστόσο βρίσκεται στη μορφή του μη αιμικού σιδήρου και δεν απορροφάται εξίσου καλά με τον αιμικό. Φροντίστε να καταναλώνετε και κάποια πηγή βιταμίνης C (π.χ. πορτοκάλι, πιπεριές, ντομάτες, φράουλες, λεμόνι) κατά τη διάρκεια ή αμέσως μετά το γεύμα σας, καθώς βοηθά την απορρόφηση του σιδήρου.
Παράγοντες που δυσχεραίνουν την απορρόφηση του σιδήρου
Όταν καταναλώνετε τρόφιμα που είναι πλούσια σε σίδηρο φροντίστε να αποφεύγετε την παράλληλη κατανάλωση τσαγιού, καφέ και αναψυκτικών τύπου cola, καθώς οι ταννίνες που περιέχουν μειώνουν την απορρόφηση του σιδήρου. Τέλος, αποφύγετε να συνδυάζετε τα γαλακτοκομικά με κάποια πλούσια πηγή σιδήρου, καθώς το ασβέστιο δεσμεύει το σίδηρο.