Το διαβητικό πόδι οφείλεται σε νευροπάθεια ή αγγειοπάθεια ή συνδυασμό τους και μπορεί να οδηγήσει σε ακρωτηριασμό του ποδιού.
Ο μηχανισμός είναι ο εξής: οι διαβητικοί ασθενείς με νευροπάθεια στα κάτω άκρα δεν νιώθουν πόνο λόγω μειωμένης αισθητικότητας, με αποτέλεσμα να είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι σε μικροτραυματισμούς που μπορεί να οδηγήσουν στη δημιουργία πληγών και εξελκώσεων.
Η ελλειπής αιμάτωση των κάτω άκρων λόγω της αποφρακτικής αρτηριοπάθειας δυσκολεύει την επούλωση των ελκών και συμβάλλει στην περαιτέρω νέκρωση των ιστών. Η μόλυνση του τραύματος στις περιπτώσεις αυτές είναι πολύ συχνή και η εξέλιξή της μπορεί να είναι ραγδαία και να καταλήξει σε γάγγραινα και ακρωτηριασμό.
Στη χώρα μας 30 με 40 χιλιάδες άτομα πάσχουν από διαβητικό πόδι και 2000 με 3000 ασθενείς το χρόνο υφίστανται μερικό ή ολικό ακρωτηριασμό
. Με τα κατάλληλα μέτρα πρόληψης και όταν χρειάζεται θεραπείας είναι δυνατόν να μειωθεί ο αριθμός των ακρωτηριασμών σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Η ιατρική εξέταση επιτρέπει την αξιολόγηση της αιμάτωσης των κάτω άκρων καθώς και της νευροπάθειας και των μυοσκελετικών αλλοιώσεων που μπορεί να έχει ο ασθενής.
Η μεγάλη τεχνολογική πρόοδος και η εξέλιξη των ειδικών απεικονιστικών εξετάσεων βοηθούν στην ακριβέστερη σταδιοποίηση του προβλήματος και καθορίζουν σε συνδυασμό με την κλινική εικόνα το μέγεθος της βλάβης και τη σημασία της ενδαγγειακής ή χειρουργικής αποκατάστασης.
Η έγκαιρη διάγνωση αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο στη θεραπεία του διαβητικού ποδιού. Η εκπαίδευση του ασθενή παίζει καθοριστικό ρόλο στην πρόληψη των επιπλοκών.
του Νίκου Παρασκευά, ΑγγειοχειρουργούΔιευθυντή Β’ Αγγειοχειρουργικής Κλινικής “Ερρίκος Ντυνάν”