Στο 12% των επεμβάσεων βουβωνοκήλης παγκοσμίως είναι παρών ο χρόνιος πόνος. Για το λόγο αυτό, είναι σημαντική, η εμπειρία του χειρουργού, προκειμένου να αποφευχθεί ο χρόνιος πόνος, μετά την επέμβαση βουβωνοκήλης.
Τα παραπάνω τόνισε στο Πανελλήνιο Συνέδριο Λαπαροσκοπικής Χειρουργικής ο Δρ. Γιώργος Σάμπαλης, Γενικός Χειρουργός –Λαπαροσκόπος, εξειδικεύοντας με παραστατικό τρόπο τις επιπτώσεις που έχει ο χρόνιος πόνος στους ασθενείς, μετά από επεμβάσεις που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να αποκαταστήσουν πλήρως την υγεία τους.
Και πρόσθεσε:
“Τα περιστατικά χρόνιου πόνου που διατηρείται περισσότερο από τρεις μήνες σύμφωνα με τη Διεθνή Ένωση για τη Μελέτη του Πόνου (International Association for the Study of Pain (IASP) ανέρχονται σε 12% των συνολικών επεμβάσεων βουβωνοκήλης παγκοσμίως και αυτό οφείλεται εν πολλοίς στη μη επαρκή εμπειρία των χειρουργών και της έλλειψης γνώσης για τις λαπαροσκοπικές ή ανοικτές επεμβάσεις που αποκαθιστούν τη βουβωνοκήλη».
“Μετά τη χειρουργική αποκατάσταση της βουβωνοκήλης, ενδεχομένως να αναπτυχθούν ποικίλα σύνδρομα χρόνιου πόνου στη βουβωνική περιοχή, ο οποίος μπορεί να οφείλεται στην κάκωση νεύρου της περιοχής, στον ουλώδη ιστό, ή στην αντίδραση του οργανισμού και αυτό προέρχεται από μερική ή πλήρη διατομή, τάση, κάκωση, ή συμπίεση, ενώ μπορεί να προκληθεί και από ‘’παγίδευση” σε μία ραφή ή από κακή τοποθέτηση clip». Αξίζει να σημειωθεί ότι η λαπαροσκοπική χειρουργική σε σύγκριση με την ανοικτή ‘’αποφεύγει” συχνότερα τα περιστατικά χρόνιου πόνου που ακολουθεί μια επέμβαση βουβωνοκήλης, γιατί τα νεύρα της περιοχής αναγνωρίζονται και διαφυλάσσονται ευκολότερα.
“Ακρογωνιαίος λίθος της επιτυχούς και ασφαλούς διενέργειας των λαπαροσκοπικών επεμβάσεων ειδικά στη βουβωνική χώρα όπου υπάρχουν αισθητικά-κινητικά νεύρα, είναι πάντα η σωστή ανατομική παρασκευή και αναγνώριση όλων των οδηγών σημείων, των ανατομικών σχέσεων και της πορείας των αγγείων και των νεύρων της περιοχής» προσθέτει ο Δρ. Σάμπαλης.
Διαβάστε ακόμη:
Via: Πηγή