Οι ερευνητές ευελπιστούν ότι θα μπορούν να κάνουν διάγνωση στο γλαύκωμα έως δέκα χρόνια νωρίτερα από ό,τι σήμερα είναι δυνατό.
Το τεστ δίνει υποσχέσεις ότι μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στο να αντιμετωπισθεί το γλαύκωμα, που αποτελεί την κυριότερη αιτία μη αναστρέψιμης τύφλωσης παγκοσμίως. Περίπου 60 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από γλαύκωμα διεθνώς και ο ένας στους δέκα έχει τυφλωθεί και από τα δύο μάτια.
Η έγκαιρη διάγνωση θα βοηθούσε τους γιατρούς να ξεκινήσουν τη θεραπεία, προτού αρχίσει η απώλεια της όρασης. Το νέο τεστ φαίνεται να πετυχαίνει ακριβώς αυτό, ενώ θα μπορούσε επίσης να αξιοποιηθεί για την πρόωρη διάγνωση άλλων νευροεκφυλιστικών παθήσεων όπως των νόσων Πάρκινσον και Αλτσχάιμερ, της πολλαπλής σκλήρυνσης κ.α.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Φρανσέσκα Κορντέϊρο του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας του University College του Λονδίνου (UCL), που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Brain”, παρουσίασαν τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα των πρώτων κλινικών δοκιμών του νέου τεστ.
Το τεστ επιτρέπει στους οφθαλμίατρους να δουν πρόωρα στον αμφιβληστροειδή στο πίσω μέρος του ματιού τον θάνατο μεμονωμένων νευρικών κυττάρων (απόπτωση), που προκαλεί την απώλεια όρασης. Όπως και με άλλες νευροεκφυλιστικές παθήσεις, όσα περισσότερα νευρικά κύτταρα καταστρέφονται, τόσο επιδεινώνεται το γλαύκωμα, που μπορεί να καταλήξει σε ολική τύφλωση.
“Η ανίχνευση του γλαυκώματος έγκαιρα», δήλωσε η Κορντέιρο, “είναι ζωτική, επειδή τα συμπτώματα δεν είναι πάντα ορατά. Μολονότι η διάγνωση έχει βελτιωθεί, οι περισσότεροι ασθενείς έχουν χάσει το ένα τρίτο της όρασής τους, όταν πια διαγιγνώσκεται η νόσος. Τώρα, για πρώτη φορά, καταφέραμε να ανιχνεύσουμε τα πιο πρώιμα σημάδια του γλαυκώματος, στο επίπεδο του θανάτου των ατομικών κυττάρων. Αν και δεν είμαστε σε θέση να θεραπεύσουμε την πάθηση, το τεστ σημαίνει ότι θα είναι πλέον εφικτό η θεραπεία να αρχίζει πριν καν τα πρώτα συμπτώματα ξεκινήσουν. Στο μέλλον, το τεστ μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί και για άλλες νευροεκφυλιστικές παθήσεις».
Η νέα διαγνωστική τεχνική που ονομάζεται DARC (Detection of Apoptosing Retinal Cells), χρησιμοποιεί έναν ειδικό φθορίζοντα δείκτη που, όταν εισάγεται στα μάτια των ασθενών, προσκολλάται στις κυτταρικές πρωτεΐνες. Τα άρρωστα κύτταρα φαίνονται σαν λευκά φθορίζοντα σημεία κατά την οθφαλμολογική εξέταση, η οποία δεν απαιτεί κάποιον άλλο εξοπλισμό πέρα από τον συνήθη.
Η UCL Business, θυγατρική εταιρεία του πανεπιστημίου UCL, κατέχει την πατέντα της νέας τεχνικής.
Από το ΑΠΕ-ΜΠΕ
Via: Πηγή