Συνηθίζουμε να ταυτίζουμε τον καρκίνο του πνεύμονα με παράγοντες που σχετίζονται με το αναπνευστικό σύστημα, όπως για παράδειγμα η εισπνοή καπνού ή η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση, ωστόσο μια νέα επιστημονική μελέτη έρχεται να υπογραμμίσει ότι ρόλο στην εκδήλωση της νόσου παίζει και η διατροφή.
Συγκεκριμένα, διεθνής ομάδα ερευνητών διαπίστωσε ότι ο κίνδυνος εκδήλωσης καρκίνου του πνεύμονα διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο ανάλογα με τις ποσότητες αλλά και το είδος λιπαρών που καθένας καταναλώνει μέσω της διατροφής του.
Όπως αναφέρει η μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Journal of Clinical Oncology, όσοι καταναλώνουν σημαντική ποσότητα “κακών» κορεσμένων λιπαρών, τα οποία βρίσκονται σε μεγάλες ποσότητες στο βούτυρο, στα αλλαντικά και στο κόκκινο κρέας, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για καρκίνο του πνεύμονα σε σύγκριση με ανθρώπους που έχουν υιοθετήσει μια διατροφή φτωχή σε λιπαρά.
Η μελέτη βασίστηκε σε 10 παλαιότερες έρευνες από τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Ασία σε συνολικό δείγμα σχεδόν 1,5 εκατομμύριο ανθρώπους.
Σε σύγκριση με τους ενήλικες που δεν περιλαμβάνουν πολλά λιπαρά στη διατροφή τους, όσοι καταναλώνουν τα περισσότερα φάνηκε να έχουν κατά μέσο όρο 14% περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν κακοήθειες στον πνεύμονα.
Η αντικατάσταση ποσοστού 5% των θερμίδων από τα κορεσμένα λιπαρά με ακόρεστα συσχετίστηκε με 16% μικρότερο κίνδυνο για μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα και 17% μικρότερο κίνδυνο για μια άλλη κακοήθεια που ονομάζεται ανακθοκυτταρικό καρκίνωμα ή καρκίνωμα πλακώδους επιθηλίου.
“Η υγιεινή διατροφή μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρκίνου του πνεύμονα» αναφέρει σχολιάζοντας τα νέα ευρήματα η Ντάνξια Γου, μία εκ των συντακτών της μελέτης, από το Πανεπιστήμιο Βάντερμπιλτ στο Τενεσί των ΗΠΑ και συμπληρώνει: “Συγκεκριμένα, τα ευρήματά μας υποδεικνύουν ότι η αύξηση της κατανάλωσης πολυακόρεστων λιπαρών [σημ. βρίσκονται σε τροφές όπως τα φυτικά λάδια, οι ξηροί καρποί, οι σπόροι και η σόγια] και η ταυτόχρονη μείωση της κατανάλωσης κορεσμένων λιπαρών μπορεί να συμβάλει στην πρόληψη όχι μόνο των καρδιαγγειακών νοσημάτων αλλά και του καρκίνου του πνεύμονα».
Via: Πηγή