Οι γυναίκες που ακολουθούν συγκεκριμένα θεραπευτικά σχήματα για την αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού, διατρέχουν κίνδυνο να εκδηλώσουν καρδιολογικά προβλήματα.
Αυτό είναι το συμπέρασμα έκθεσης της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας, στην οποία συνοψίζονται οι κίνδυνοι από τις αντικαρκινικές θεραπείες ειδικά για την καρδιά και παρέχονται συμβουλές σε γυναίκες και γιατρούς.
“Το ζητούμενο δεν είναι να τρομάξουμε τις γυναίκες και να μην κάνουν θεραπεία για τον καρκίνο του μαστού», εξηγεί η Δρ Λαχμι Μεχτα, συγγραφέας της έκθεσης και διευθύνουσα του Προγράμματος Γυναικείας Καρδιαγγειακής Υγείας του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Οχάιο.
Οι γυναίκες πρέπει να κάνουν τις κατάλληλες ερωτήσεις για τις πιθανές παρενέργειες στον θεράποντα ιατρό τους προκειμένου να επιλέξουν την καλύτερη θεραπεία για τον καρκίνο του μαστού.
Ο Δρ Ρίτσαρντ Στέινγκαρτ, επικεφαλής Καρδιολογίας στο Αντικαρκινικό Κέντρο Memorial Sloan Kettering της Νέας Υόρκης, υπογραμμίζει ότι οι γυναίκες θα πρέπει να υποβάλλονται σε αξιολόγηση της καρδιαγγειακής τους υγείας και ο θεράπων ιατρός να προσπαθεί να εντοπίσει τυχόν παράγοντες κινδύνου ώστε να τους θέσει υπό έλεγχο.
Σε ότι αφορά τη χημειοθεραπεία, οι οποιεσδήποτε επιπτώσεις στην καρδιά συνήθως εμφανίζονται μεσοπρόθεσμα και μάλιστα κατά τη διάρκεια της αγωγής. Οι ανθρακυκλίνες για παράδειγμα, προκαλούν συχνά χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια.
Οι γυναίκες λοιπόν που παίρνουν τέτοια φάρμακα θα πρέπει να υποβάλλονται σε καρδιολογικό έλεγχο κατά τη διάρκεια της αγωγής, και ακόμα κι αν εντοπίζονται προβλήματα, η αντικαρκινική θεραπεία να συνεχίζεται εφόσον αυτό είναι εφικτό.
“Βασικά καρδιολογικά φάρμακα, όπως οι β-αναστολείς και οι αναστολείς ACE, μπορούν να βελτιώσουν την καρδιακή λειτουργία των γυναικών που εκδηλώνουν παρενέργειες λόγω της αντικαρκινικής αγωγής», υπογραμμίζεται από τους ειδικούς και προστίθεται ότι “σε ορισμένες περιπτώσεις, οι γυναίκες μπορούν να κάνουν ένα διάλειμμα από την θεραπεία για να δουν αν αναστρέφονται οι επιπλοκές, ενώ πάντα θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και το ενδεχόμενο αλλαγών στο πλάνο της αντικαρκινικής θεραπείας».
Ο Δρ Στέινγκαρτ σημειώνει ότι, σε κάθε περίπτωση οι κίνδυνοι είναι μικροί και εξαρτώνται από τους ατομικούς παράγοντες καρδιακού κινδύνου κάθε γυναίκες, όπως η ηλικία, η υπέρταση και το κάπνισμα.
“Αν μια γυναίκα έχει ήδη καρδιακή νόσο όταν διαγνώστηκε με καρκίνο του μαστού, ο καρδιολόγος της πρέπει να την ενημερώσει για τον επιπλέον κίνδυνο που συνεπάγεται η αντικαρκινική αγωγή», λέει ο Δρ Στέινγκαρτ.
Η Δρ Μεχτα συμπληρώνει ότι οι γυναίκες θα πρέπει να έχουν το νου τους για τυχόν καρδιακά συμπτώματα, όπως δύσπνοια και στηθάγχη, αφού κάποιες εξ αυτών μπορεί να σχετίζονται ή όχι με την αντικαρκινική θεραπεία και η αξιολόγηση τους είναι αναγκαία.
Σε κάθε περίπτωση, η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες πρέπει να ακολουθούν έναν υγιεινό τρόπο ζωής κατά τη διάρκεια και μετά την θεραπεία για τον καρκίνο του μαστού, ώστε να μην επιδεινώνονται οι παράγοντες καρδιακού κινδύνου.
Η έκθεση δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Circulation.
Via: Πηγή