Βρετανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο European Heart Journal διαπίστωσε ότι οι μεσήλικες που βαδίζουν αργά ενδεχομένως να διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης καρδιακής νόσου, συγκριτικά με τον γενικό πλυθυσμό.
Ερευνητές των Πανεπιστημίων του Λανκαστερ και του Λαχμπορο ανέλυσαν στοιχεία που είχαν συλλέξει την περίοδο 2006-2010 από σχεδόν μισό εκατομμύριο μεσήλικες από όλο το Ηνωμένο Βασίλειο. Συνολικά στο δείγμα συμπεριλήφθηκαν 420.727 άτομα που ήταν ελεύθερα καρκίνου και καρδιακής νόσου, στην περίοδο συλλογής των πληροφοριών.
Τα 6,3 χρόνια που ακολούθησαν της συγκέντρωσης των δεδομένων, καταγράφηκαν 8.598 θάνατοι, 1.654 από καρδιαγγειακή νόσο και 4.850 από καρκίνο.
“Θελήσαμε να δούμε αν ο αυτοαναφερόμενος
ρυθμός
βαδίσματος μπορούσε να προβλέψει τον κίνδυνο θανάτου από καρκίνο ή καρδιακή νόσο στο μέλλον. Πράγματι, από την ανάλυση των δεδομένων, όσοι βάδιζαν αργά είχαν διπλάσιες πιθανότητες να έχουν καρδιακό θάνατο, συγκριτικά με όσους τηρούσαν ζωηρό ρυθμό βαδίσματος. Αυτό ίσχυε για άνδρες και γυναίκες και δεν μπορούσε να αποδοθεί σε σχετικούς παράγοντες κινδύνου, όπως το κάπνισμα, ο δείκτης μάζας σώματος, η διατροφή ή πόση τηλεόραση παρακολουθούσαν. Αυτό σημαίνει ότι η συνήθης ρυθμός βαδίσματος είναι ανεξάρτητος παράγοντας καρδιακού θανάτου», εξηγεί ο καθηγητής Τομ Γέιτς από το Πανεπιστήμιο του Λανκαστερ και κύριος ερευνητής της μελέτης.
“Παρατηρήσαμε ακόμα ότι ο αυτοαναφερόμενος ρυθμός ανάπτυξης σχετιζόταν άμεσα με την αντικειμενικά υπολογιζόμενη αντοχή στην άσκηση, γεγονός που επίσης δείχνει ότι ο ρυθμός βαδίσματος είναι καλός δείκτης της συνολικής φυσικής κατάστασης του ατόμου. Άρα, έχουμε ένα επιπλέον εργαλείο που μας βοηθά να εντοπίσουμε τα άτομα υψηλού κινδύνου και να παρέμβουμε εγκαίρως», προσθέτει.
Να σημειωθεί ότι οι επιστήμονες ανέλυσαν και την δύναμη της λαβής με δυναμόμετρο για να δουν αν είναι καλός προγνωστικός δείκτης θανάτου από καρκίνο ή καρδιακά αίτια. Στους άνδρες είχε μικρή ικανότητα πρόγνωσης του καρδιακού θανάτου και δεν μπορούσε να γενικευθεί στον γενικό πληθυσμό.