Όσο λιγότερο κοιμόμαστε τόσο αδειάζουν οι αποθήκες θρεπτικών συστατικών του οργανισμού υποστηρίζει νέα έρευνα
Μια σημαντική σχέση ανάμεσα στην έλλειψη ύπνου και την ελλιπή πρόσληψη σημαντικών βιταμινών και μεταλλικών στοιχείων βρήκε επιστημονική έρευνα με επικεφαλής τον Chioma Ikonte που παρουσιάστηκε στην ετήσια συνάντηση της Αμερικανικής Εταιρείας Διατροφής που πραγματοποιήθηκε στη Βαλτιμόρη.
Η μελέτη βασίστηκε στα δεδομένα της National Health and Nutrition Examination Survey (NHANES) των ΗΠΑ. Οι ερευνητές βρήκαν πως οι άνθρωποι που κοιμόντουσαν λιγότερες από επτά ώρες κάθε βράδυ κατά μέσο όρο προσλάμβαναν λιγότερες ποσότητες βιταμινών A, D, B1, νιασίνης, ασβεστίου, ψευδαργύρου και φωσφόρου.
“Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι τα άτομα με έλλειψη ύπνου ενδέχεται να ωφεληθούν με την πρόσληψη αυτών των θρεπτικών ουσιών είτε μέσω της διατροφής, είτε μέσω συμπληρωμάτων», δήλωσε η Chioma Ikonte, διευθύντρια της εταιρείας που διεξήγαγε την επιστημονική έρευνα.
Στα ευρήματα για τη διάρκεια του ύπνου οι ερευνητές ανέφεραν ότι η ανεπάρκεια θρεπτικών ουσιών ενδέχεται να παίζει ρόλο στις διαταραχές του ύπνου και την αϋπνία.
Τα μικροθρεπτικά συστατικά είναι βιταμίνες και μεταλλικά στοιχεία τα οποία το σώμα μας δεν τα παράγει αλλά τα προσλαμβάνει μέσω των τροφών. Παγκοσμίως δισεκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν από την έλλειψη τουλάχιστον ενός μικροθρεπτικού συστατικού.
Προηγούμενη μελέτη έχει δείξει τη σημαντική επίδραση των μικροθρεπτικών συστατικών στην ανάπτυξη, την πρόληψη και αντιμετώπιση νόσων και στις φυσιολογικές σωματικές λειτουργίες συμπεριλαμβανομένου και του ύπνου. Το μαγνήσιο για παράδειγμα, βοηθά το σώμα να παράξει μελατονίνη και άλλους παράγοντες που επηρεάζουν τον ύπνο. Ορισμένες μελέτες υποστηρίζουν ότι και ο ψευδάργυρος παίζει ρόλο στην κανονικότητα του ύπνου.
Οι ερευνητές ωστόσο προειδοποιούν πως ήταν μία αναδρομική ανάλυση και όχι μία τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη δοκιμή κι έτσι δεν μπορεί να αποδείξει τη σχέση αιτίου αποτελέσματος.
“Χρειάζεται να αποσαφηνιστεί αν η χρόνια έλλειψη ύπνου είναι αυτή που προκαλεί την ανεπάρκεια θρεπτικών στοιχείων ή το αντίστροφο. Μία κλινική μελέτη η οποία θα το ερευνά αυτό είναι απαραίτητη» αναφέρουν οι ερευνητές.