Η καθημερινή κατανάλωση μικρής ποσότητας ενός συγκεκριμένου είδους σοκολάτας, μπορεί να βελτιώσει την καρδιαγγειακή υγεία, σύμφωνα με τα ευρήματα Ιταλών επιστημόνων.
Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Πίζα με επικεφαλής την καρδιολόγο Ροζέλα Ντι Στέφανο μελέτησαν την επίδραση της μαύρης σοκολάτας που ήταν εμπλουτισμένη με έξτρα παρθένο ελαιόλαδο στην πρόοδο της αθηροσκλήρωσης σε υγιή άτομα με καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου.
Στην τυχαιοποιημένη μελέτη, 26 άτομα (14 άνδρες και 12 γυναίκες) με τουλάχιστον τρεις καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου (μεταξύ των οποίων, κάπνισμα, δυσλιπιδαιμία, υπέρταση και οικογενειακό ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου) έτρωγαν καθημερινά μια μπάρα μαύρης σοκολάτας (40 γραμ.) που περιείχε 10% έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και μια πλάκα μαύρης σοκολάτας που περιείχε 2,5% αποξηραμένα μήλα, με τυχαία σειρά για 28 ημέρες.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν την εξέλιξη της αθηροσκλήρωσης μέσω αλλαγών της αρτηριακής πίεσης, του λιπιδαιμικού προφίλ κ.α. Επίσης συλλέχθηκαν δείγματα αίματος και ούρων, ενώ καταγράφηκε ο Δείκτης Μάζας Σώματος, το κάπνισμα, η αρτηριακή πίεση και το επίπεδο της γλυκόζης στο αίμα.
Από την ανάλυση διαπιστώθηκε ότι η εμπλουτισμένη με έξτρα παρθένο ελαιόλαδο μαύρη σοκολάτα σχετίστηκε με σημαντική αύξηση των επιπέδων των κυκλοφορούντων ενδοθηλιακών προγονικών κυττάρων και είχαν μειωθεί τα επίπεδα της καρνιτίνης και του ιππουρικού οξέος, συγκριτικά με την αρχή ή με την κατανάλωση σοκολάτας εμπλουτισμένης με μήλο. Επίσης, σχετίστηκε με σημαντικά αυξημένη HDL (“καλή» χοληστερόλη) και μειωμένη αρτηριακή πίεση.
“Η υγιεινή διατροφή είναι γνωστό ότι μειώνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου. Τα φρούτα και τα λαχανικά οφείλουν τις προστατευτικές τους ιδιότητες στις πολυφαινόλες, οι οποίες όμως υπάρχουν και στο κακάο και το ελαιόλαδο», είπε η Δρ Ροσέλα Ντι Στέφανο.
“Η κατανάλωση της εμπλουτισμένης μαύρης σοκολάτας συντέλεσε σε τροποποίηση του μεταβολισμού με πιθανές μακροπρόθεσμες συνέπειες για την καρδιαγγειακή υγεία εντός τεσσάρων εβδομάδων», υπογραμμίζεται στα συμπεράσματα της μελέτης.
Η μελέτη παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας, στη Βαρκελώνη, και στην ηλεκτρονική έκδοση του European Heart Journal.
Via: Πηγή