Τα αντιπηκτικά φάρμακα που συνήθως συνταγογραφούνται για την πρόληψη του εγκεφαλικού επεισοδίου σε άτομα με κολπική μαρμαρυγή, ίσως βοηθούν επίσης και στην πρόληψη της άνοιας, αποφαίνεται αμερικανική μελέτη που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας για τον Καρδιακό Ρυθμό, στο Σικάγο.
Η κολπική μαρμαρυγή είναι η συχνότερη καρδιακή αρρυθμία και έχει σχετιστεί με την άνοια καθώς καταστρέφει τα λεπτά αιμοφόρα αγγεία του εγκεφάλου δια των επαναλαμβανόμενων μικροσκοπικών θρόμβων ή των μικρο-αιμορραγιών που εμφανίζουν οι ασθενείς.
Επιστημονική ομάδα του Ιατρικού Κέντρου – Καρδιολογικού Ινστιτούτου “Intermountain» στην Γιούτα, των ΗΠΑ, με επικεφαλής τον Δρ Τζαρεντ Μπαντς, μελέτησαν στοιχεία για πάνω από 76.000 ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή που δεν είχαν ιστορικό άνοιας. Οι συμμετέχοντες ήταν κατά μέσο όρο 69 ετών και το 57% ήταν άνδρες.
Οι ερευνητές εξέτασαν αν η θεραπεία με τα αντιπηκτικά ξεκίνησε εντός 30 ημερών από τη διάγνωση της κολπικής μαρμαρυγής ή μετά από έναν χρόνο, δηλαδή με καθυστέρηση.
“Τα άτομα που έπαιρναν βαρφαρίνη, το πιο κοινό αντιπηκτικό, είχαν πολύ χαμηλά ποσοστά εμφάνισης άνοιας, περιλαμβανομένης και της νόσου Αλτσχάιμερ», σημειώνει ο Δρ Μπαντς.
Κι ενώ πολλοί ασθενείς αρχικά παίρνουν ασπιρίνη τα οφέλη της σύμφωνα με τον ίδιο ως προς τη μείωση του κινδύνου άνοιας είναι περιορισμένα.
Επίσης, ο ερευνητής συμπληρώνει ότι ενώ οι ασθενείς του δείγματος έπαιρναν βαρφαρίνη, τα νεότερα αντιπηκτικά, όπως η ριβαροξαμπάνη και η απιξαμπάνη, επίσης πρέπει να μειώνουν τον κίνδυνο εκδήλωσης άνοιας περαιτέρω.
Οι επιστήμονες αξιολόγησαν και πως επηρέαζε ο χρόνος έναρξης της θεραπείας, άμεσα ή με καθυστέρηση τον κίνδυνο εκδήλωσης άνοιας. Στα άτομα με κολπική μαρμαρυγή, αλλά μικρό κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο, η καθυστερημένη έναρξη της αντιπηκτικής αγωγής συνεπαγόταν αύξηση του κινδύνου άνοιας κατά 30%. Στα άτομα υψηλού κινδύνου, η καθυστέρηση της θεραπείας αύξανε τον κίνδυνο άνοιας κατά 136%.