Οι ερευνητές, με επικεφαλής την ψυχίατρο Λουίζ Αρσενό του Ινστιτούτου Ψυχιατρικής, Ψυχολογίας & Νευροεπιστήμης του Βασιλικού Κολλεγίου (King’s College) του Λονδίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό ψυχολογικής ιατρικής “Psychological Medicine», σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς, ανέλυσαν στοιχεία για 7.100 παιδιά ηλικίας επτά έως 11 ετών, από τα οποία -σύμφωνα με δηλώσεις των γονιών- το 15% είχαν πέσει θύμα συστηματικού εκφοβισμού και το 28% περιστασιακού.
Τα παιδιά παρακολουθήθηκαν ως την ηλικία των 45 ετών, οπότε καταγράφηκαν το βάρος τους και οι δείκτες φλεγμονής στο αίμα τους. Οπως διαπιστώθηκε, τα παιδιά που είχαν υποστεί τον εκφοβισμό, ιδίως τον συστηματικό, είχαν γενικά μεγαλύτερο βάρος από το κανονικό για την ηλικία τους. Επίσης, είχαν αυξημένα επίπεδα της C-αντιδρώσας πρωτεϊνης στο αίμα τους, ενός βιοδείκτη που αποκαλύπτει την ύπαρξη χρόνιας φλεγμονής στον οργανισμό και τον κίνδυνο εκδήλωσης καρδιοπάθειας.
Το πρόβλημα πάχους είναι μεγαλύτερο στα κορίτσια που έχουν υποστεί εκφοβισμό. Εξάλλου, τόσο τα αγόρια, όσο και τα κορίτσια που είχαν πέσει θύματα “μπούλινγκ», είχαν αυξημένη συγκέντρωση λίπους στην κοιλιά τους, κάτι που αποτελεί γνωστό παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου.
“Ο εκφοβισμός είναι κακός για τη σωματική υγεία σας, είτε είσθε άνδρας ή γυναίκα», δήλωσε o ερευνητής Αντρέα Ντανέζε. “Τείνουμε να ξεχνούμε τα θύματα και τα βάσανά τους. Ομως μερικά παιδιά θα τα σημαδέψει για όλη τη ζωή τους», πρόσθεσε η Αρσενό και κάλεσε τους εκπαιδευτικούς και τους γονείς να μην σκέφτονται μόνο πώς θα σταματήσουν τους θύτες, αλλά και τι θα γίνει με την ψυχική και σωματική υγεία όσων νέων έχουν υποστεί τον εκφοβισμό.