Η υπνική άπνοια, μια κοινή διαταραχή του ύπνου που προσβάλλει περίπου το 20-30% του ενήλικου πληθυσμού, βλάπτει σοβαρά ποικίλες παραμέτρους της μεταβολικής υγείας αν μείνει χωρίς θεραπεία ακόμη και για μερικές ημέρες, δείχνει μια νέα αμερικανική επιστημονική μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση The Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism.
Η νέα μελέτη υπογραμμίζει την ανάγκη να αναζητούν οι ασθενείς άμεσα τη συμβουλή του γιατρού ώστε να αντιμετωπίσουν τη διαταραχή και να αποφύγουν μακροπρόθεσμες επιπλοκές.
Στο πλαίσιο της μελέτης τους οι ερευνητές ακολούθησαν μια εναλλακτική προσέγγιση για να εξετάσουν τον αντίκτυπο της υπνικής άπνοιας, καθώς παρακολούθησαν ασθενείς σε πραγματικό χρόνο ενώ κοιμούνται. “Πρόκειται για μία από τις πρώτες μελέτες που εξετάζουν σε πραγματικό χρόνο τις επιπτώσεις της υπνικής άπνοιας στον μεταβολισμό κατά τη διάρκεια της νύχτας» αναφέρει ο Τζόναθαν Τζουν, επίκουρος καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς και επικεφαλής συντάκτης της μελέτης.
Η υπνική άπνοια εκδηλώνεται όταν το ανώτερο τμήμα του αναπνευστικού “κλείνει» κατά τη διάρκεια του ύπνου, διακόπτοντας προσωρινά την αναπνοή. Αν και είναι γνωστό ότι η άπνοια συσχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για καρδιοπάθεια και διαβήτη τύπου 2, δεν είχε διευκρινιστεί εάν η άπνοια αποτελεί αιτία αυτών των επιπλοκών ή απλώς παράγοντα κινδύνου που οδηγεί έμμεσα σε αυτές λόγω παχυσαρκίας (το αυξημένο σωματικό βάρος αποτελεί κοινό γνώρισμα των ασθενών με υπνική άπνοια).
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, παλαιότερες μελέτες για τη σχέση άπνοιας και μεταβολικής υγείας βασίστηκαν κυρίως σε στοιχεία που συλλέγονταν όταν οι ασθενείς ήταν ξύπνιοι, επομένως αποτύπωναν τις απώτερες συνέπειες της διαταραχής. Προκειμένου να κατανοήσουν καλύτερα πώς επηρεάζει η υπνική άπνοια τον μεταβολισμό, οι ερευνητές παρακολούθησαν τα επίπεδα του σακχάρου, των λιπιδίων, της κορτιζόλης (μιας ορμόνης του στρες), της πίεσης και της ινσουλίνης ενώ οι ασθενείς κοιμούνταν στο εργαστήριο. Κατά τη διάρκεια της μελέτης οι ερευνητές παρακολουθούσαν επίσης τα εγκεφαλικά κύματα, τα επίπεδα οξυγόνου, τον καρδιακό παλμό και την αναπνοή των συμμετεχόντων, καθώς και τις κινήσεις των ματιών και των άκρων τους.
Στη δοκιμή συμμετείχαν 31 ασθενείς με ήπια έως σοβαρή υπνική άπνοια για δύο ημέρες, που απείχαν μεταξύ τους μία έως τέσσερις εβδομάδες. Οι ερευνητές έκαναν αναλύσεις αίματος ανά 20 λεπτά, από τις 9 το βράδυ έως και τις 6.40 το επόμενο πρωί. Τη μία ημέρα της δοκιμής οι συμμετέχοντες χρησιμοποίησαν συσκευή οξυγόνου (CPAP) προς διευκόλυνση της αναπνοής τους ενώ την άλλη όχι.
Τα αποτελέσματα των μετρήσεων και των αναλύσεων υπέδειξαν ότι τις μέρες που οι ασθενείς κοιμήθηκαν χωρίς τη συσκευή οξυγόνου παρουσίασαν επιβάρυνση σε κάθε παράμετρο της καρδιομεταβολικής τους υγείας. Αφενός, παρατηρήθηκε αύξηση στα λιπίδια του αίματος, στο σάκχαρο και στην κορτιζόλη, δείκτες που σχετίζονται με τον διαβήτη, και αφετέρου διαπιστώθηκε άνοδος της αρτηριακής πίεσης και ακαμψία των αρτηριών, παράγοντες που συμβάλλουν στην εκδήλωση καρδιοπάθειας.
Σύμφωνα με τον Τζουν, οι αρνητικές επιδράσεις που παρατηρήθηκαν επιβεβαιώνουν ότι η υπνική άπνοια δεν αποτελεί απλώς απόρροια της παχυσαρκίας, αλλά συμβάλλει ενεργά στην εμφάνιση του διαβήτη τύπου 2 και της καρδιοπάθειας, επομένως η διάγνωση και η θεραπεία της δεν πρέπει να καθυστερούν.
ΠΗΓΗ: www.onmed.gr
Via: Πηγή